Πέμπτη 4 Ιουνίου 2020

Εναρξη Α' Σταυροφορίας - Ουρβανός ο Β'



Η κατάρρευση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μετά το Μαντζικέρτ και η αδράνεια του Βυζαντίου στην κατάληψη της Μικράς Ασίας από τούς Τούρκους, δημιούργησαν στη Δύση την πεποίθηση πως μπροστά σε μια τέτοια κατάπτωση, τα δυτικά έθνη έπρεπε να επέμβουν για να σώσουν την Ευρώπη που βρισκόταν κάτω από άμεση απειλή. Διαβάζουμε στό βιβλίο του ιστορικού Rene Grousset ότι:

        «Ο Γουλιέλμος της Τύρου θα δει στην καταστροφή του Μαντζικέρτ τον ΠΛΗΡΗ ΠΑΡΑΜΕΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΑΝ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣΥΝΗΣ, την ιστορική δικαίωση της προβολής των Φράγκων, για νά αντικαταστήσουν αυτούς τους συντρόφους τους, που είχαν τεθεί εκτός μάχης. Πραγματικά, ήταν καιρός να σκεφτούν πως θά αντιμετωπίσουν την κατάσταση. Το Ισλάμ, από τη Νίκαια όπου είχε εδραιωθεί, μπορούσε κάθε στιγμή να αιφνιδιάσει την Κωνσταντινούπολη.

        Η καταστροφή του 1453 μπορούσε να συμβεί από τα τέλη κιόλας του ενδέκατου αιώνα. Όπως επρόκειτο να το διακηρύξει ο Ουρβανός Β', αυτό υπήρξε μια από τις αιτίες που τον έκαναν νά αποφασίσει, δεκατέσσερα χρόνια μετά την κατάληψη της Νίκαιας, να επιχειρήσει το κήρυγμα της πρώτης Σταυροφορίας. Η αίσθηση που είχε ο Ουρβανός για τα καθήκοντά του, σαν οδηγός και υπερασπιστής της χριστιανοσύνης, φτάνει για να φωτίσει την πολιτική του, που από το ύψος του παπικού θρόνου, που είχε στηθεί στο Κλερμόν-Φεράν, αγκάλιαζε τόσο την Ιερουσαλήμ, όπου οι πόλεμοι ανάμεσα σε Αιγυπτίους και Σελτζουκίδες είχαν καταλήξει σε καινούργιες σφαγές χριστιανών, όσο και το πρόβλημα του Ελλησπόντου, "τα Στενά του Αγίου Γεωργίου", όπως τα έλεγαν τότε, που βρίσκονταν πάντα κάτω από την απειλή μίας τουρκικής επίθεσης.»

Γιά τήν κατάσταση πού επικρατούσε στούς Αγίους Τόπους παραμονές των σταυροφοριών μας δίνει καί τή δική του γνώμη ο Παπαρρηγόπουλος:

        «Τό Ανατολικόν Κράτος δέν ήρχεν αυτόθι ειμή της επέκεινα του Ευφράτου κειμένης Εδέσσης καί χριστιανοί Αρμένιοι κατείχον τά πρός βορράν της Συρίας όρη. Πάσα όμως η λοιπή χώρα ήτο εις χείρας των μωαμεθανών, καίτι αδιακόπως μετέβαλλε κυριάρχας. Αι δέ ποικίλαι αύται μεταβολαί καί η εις αυτάς ανάμιξις της θηριώδους των Τουρκομάνων φυλής επήγαγον συμφοράς δεινοτάτας εις τε τούς χριστιανούς της Συρίας κατοίκους και εις τούς ευλαβείς ανθρώπους όσοι προσήρχοντο εξ Ευρώπης εις προσκύνησιν του Αγίου Τάφου και των άλλων ιερών της χώρας ταύτης τόπων. Οι Τούρκοι ιδίως ελήστευον καί εφόνευον ανηλεώς εισήρχοντο κραυγάζοντες καί μαινόμενοι εις τούς ναούς, τελουμένης της θείας μυσταγωγίας, εκάθηντο επί των ιερών βημάτων καί πολυειδώς περιύβριζον καί εκακοποίουν τούς ιερείς.

        Αι περί των δεινοπαθημάτων τούτων αγγελίαι εκόμιζοντο υπό των επιστρεφόντων προσκυνητών εις Ευρώπης, εν η τά πνεύματα ήσαν παραδόξως ήδη παρασκευασμένα εις τό να παροργισθώσιν εκ της τοιαύτης πρός τήν θείαν του Χριστού θρησκείαν ασεβείας καί νά ορμήσωσιν εις εκδίκησιν αυτής. Η εν Ισπανία πρό πολλών αιώνων διεξαγομένη πάλη των ιθαγενών κατά των Αράβων οίτινες είχον κατακτήσει τήν χώραν ταύτην από της ογδόης εκατονταετηρίδος παρήγαγε, του καιρού προϊόντος, εις τήν Δύσιν τοσούτον ενθουσιασμόν κατά των πολεμίων εκείνων του Σωτήρος ώστε ήρχισε νά λογίζεται ως κοινός της χριστιανοσύνης κατά του μωαμεθανισμού αγών.»

Στις 27 Νοεμβρίου 1095, στή σύνοδο του Κλερμόν, ο Ουρβανός Β' κάλεσε ολόκληρη τη χριστιανοσύνη σε συναγερμό, με μιαν έκκληση αληθινού ποντίφικα, για την υπεράσπιση της πίστης, που την απειλούσε η καινούργια μουσουλμανική εισβολή, μιαν έκκληση πραγματικού κληρονόμου των ρωμαίων αυτοκρατόρων για την άμυνα της Δύσης από τούς βαρβάρους, μιαν έκκληση της υπέρτατης ευρωπαϊκής αρχής για τη σωτηρία της Ευρώπης ενάντια στους Ασιάτες καταχτητές, διαδόχους του Αττίλα και προδρόμους του Μωάμεθ Β' του κατακτητή. Urbain II au synode de Clermont de 1095 Η κραυγή: «Deus vult» (Το θέλει ο Θεός), απάντησε από παντού στην προκήρυξή του, και επαναλήφθηκε από τον Ουρβανό, που την έκανε γενικό σύνθημα και ζήτησε από τους μελλοντικούς στρατιώτες του Χριστού να φέρουν όλοι το σήμα του σταυρού. Η «Σταυροφορία», ιδέα εν πορεία που θα εξακόντιζε άρχοντες και πλήθη ως τα βάθη της Ανατολής, είχε γεννηθεί. Παραθέτω απο τό The Internet Medieval Sourcebook τό παρακάτω απόσπασμα της ομιλίας του πάπα:

        «From the confines of Jerusalem and from the city of CONSTANTINOPLE a grievous report has gone forth and has - repeatedly been brought to our ears; namely, that a race from the kingdom of the Persians, an accursed race, a race wholly alienated from God, violently invaded the lands of those Christians and has depopulated them by PILLAGE AND FIRE. They have led away apart of the captives into their own country, and a part have THEY HAVE KILLED BY CRUEL TORTURES. They have either destroyed the churches of God or appropriated them for the rites of their own religion. They destroy the altars, after having defiled them with their uncleanness....THE KINGDOM OF THE GREEKS is now dismembered by them and has been deprived of territory so vast in extent that it could be traversed in two months' time. (Regnum Graecorum jam ab eis ita emutilatum est et suis usibus emancipatum quod transmeari non potest itinere duorum mensium). This royal city, however, situated at the center of the earth, is now held captive by the enemies of Christ and is subjected, by those who do not know God, to the worship the heathen. She seeks, therefore, and desires to be liberated and ceases not to implore you to come to her aid. From you especially she asks succor, because as we have already said, God has conferred upon you above all other nations great glory in arms. Accordingly, undertake this journey eagerly for the remission of your sins, with the assurance of the reward of imperishable glory in the kingdon of heaven.»

Η έκκληση του Ουρβανού Β' για την ευρωπαϊκή επιστράτευση του 1095, έφτανε στην ώρα της, διότι την ώρα που ο Ουρβανός όρθωνε την Ευρώπη ενάντια στην Ασία, ο Σελτζουκίδης σουλτάνος Μελίκ-Σαχ μόλις είχε πεθάνει, και η αυτοκρατορία του είχε μοιραστεί ανάμεσα στους γιούς καί στους ανιψιούς του. Οι γιοι του Μεγάλου Σουλτάνου δεν είχαν διατηρήσει παρά την Περσία. Οι ανιψιοί του είχαν γίνει βασιλιάδες της Συρίας, ο πρώτος στο Χαλέπι, ο δεύτερος στη Δαμασκό. Η Μικρά Ασία τέλος, από τη Νίκαια ως το Ικόνιο, αποτελούσε, κάτω από έναν νεότερο Σελτζουκίδη, ένα τέταρτο τουρκικό βασίλειο. Όλοι αυτοί οι ηγεμόνες, μέ όλη τους τη συγγένεια, ήταν τόσο διαιρεμένοι που δεν μπορούσαν να συνασπιστούν ενάντια σέ έναν εξωτερικό κίνδυνο. Ετσι ο Ουρβανός πέρασε στήν Ιστορία αφού μέ τήν ιδέα του, το τουρκικό Ισλάμ πού είχε διώξει σχεδόν ολότελα τους Έλληνες από την Ασία καί ετοιμαζόταν να περάσει στην Ευρώπη, θά δέχονταν ένα αποφασιστικό κτύπημα. Δέκα χρόνια αργότερα, όχι μονάχα η Κωνσταντινούπολη θα έχει απαλλαγεί από την πίεση, όχι μονάχα η μισή Μικρά Ασία θα έχει αποδοθεί στον Ελληνισμό, αλλά και η παραθαλάσσια Συρία και η Παλαιστίνη θα έχουν γίνει φράγκικες αποικίες. Η καταστροφή του 1453, που επικρεμόταν από τα 1090 κιόλας, θα καθυστερήσει έτσι τρείς αιώνες. Κι όλα αυτά θα είναι το ηθελημένο και συνειδητό έργο του Ουρβανού Β'. Με μια χειρονομία του Μεγάλου Πάπα, έκλεισε ο δρόμος του ποταμού, και η φορά του πεπρωμένου σταμάτησε γυρίζοντας απότομα προς τα πίσω.

Μην μπορώντας να εγκαταλείψει τη Ρώμη, ο πάπας σκέφτηκε για οδηγό της εκστρατείας έναν ιερωμένο, που έχοντας πάει σαν προσκυνητής στους Αγίους Τόπους, γνώριζε καλά τα πράγματα της Ανατολής, τον επίσκοπο Αντεμάρ του Μοντέιγ (Adhemar de Monteil). Λαμπρή εκλογή, γιατί, καθώς θα δούμε, η μεγάλη σοφία του Αντεμάρ επρόκειτο να διατηρήσει την απαραίτητη συνοχή ανάμεσα σε τόσους ταραχοποιούς φεουδάρχες. Ο πρώτος από αυτούς που ζήτησε να μετάσχει στην εκστρατεία ήταν ο κόμης της Τουλούζης Ραϋμόνδος (Raymond de Toulouse). Ο Ραϋμόνδος, με την ευσέβειά του και το σεβασμό του απέναντι στις εκκλησιαστικές αρχές, ανταποκρίθηκε με ζήλο στην πρόσκληση του ποντίφικα. Ακολούθησαν οι Νορμανδοί τυχοδιώκτες πού είχαν αποσπάσει τήν Κάτω Ιταλία από τούς Βυζαντινούς. Μάλιστα ο Νορμανδός αρχηγός τους Ροβέρτος Γυϊσκάρδος (Robert Guiscard), είχε κατορθώσει να εκδιώξει καί τους μουσουλμάνους Αραβες από το Palermo (Πάνορμος). Οι Νορμανδοί λοιπόν αντιπροσώπευαν εδώ την πρωτοπορία της λατινοσύνης, τόσο ενάντια στον άπιστο όσο και στον Έλληνα αιρετικό καί ο Ουρβανός μέ χαρά είδε τόν γιό του Γυϊσκάρδου, Βοημούνδο (Bohemond) νά ράβει τόν κόκκινο σταυρό στά στρατιωτικά του ρούχα.

Ο Ουρβανός Β' είχε στην Ιταλία άλλους έτοιμους υποστηριχτές: την Πίζα και τη Γένουα. Η ζωή αυτών των δυο ναυτικών πόλεων ήταν, εδώ και δυο αιώνες, ένας καθημερινός αγώνας ενάντια στους αραβικούς στόλους. Η Πίζα είχε λεηλατηθεί δυο φορές, από Αραβες κουρσάρους. Με τη βοήθεια των Γενουήσιων, οι κάτοικοι της Πίζας είχαν σώσει τήν πόλη τους. Θα δούμε τι αποφασιστική υποστήριξη που θα προσφέρουν οι στόλοι της Πίζας, της Γένουας και της Βενετίας στη Σταυροφορία, εφοδιάζοντας τους στρατούς της, στις ακτές της Συρίας και βοηθώντας την να καταχτήσει τα λιμάνια. Αλλά ο συγκλονισμός που προκάλεσε το κήρυγμα της Σταυροφορίας, ξεπέρασε τίς προσδοκίες του Αρχηγού της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Στη Βόρεια Γαλλία, ορκίστηκε στό Σταυρό ο κόμης του Βερμαντουά Ούγος ο Μέγας (Hugh de Vermandois), αδερφός του βασιλιά της Γαλλίας Φιλίππου Α', ο δούκας της Νορμανδίας Ροβέρτος Κουρτ - Χεζ (Robert de Normandie), γιος του Γουλιέλμου του Καταχτητή, ο κόμης της Φλάνδρας Ροβέρτος Β' (Robert II of Flanders). Ακολούθησε ο δούκας της Κάτω Λωραίνης, Γοδεφρείδος του Μπουγιόν (Godfrey de Bouillon), και ο αδερφός του, Βαλδουίνος της Βουλώνης (Baldwin). Ο αριθμός των σταυροφόρων σύντομα αυξήθηκε τόσο πολύ που αναγκάστηκαν να οργανωθούν σε τέσσερις ξέχωρες στρατιές, κατά τοπικές ομάδες. Εξάλλου, ο ενθουσιασμός των μαζών επρόκειτο να προκαλέσει ανάμεσά τους μιαν απειθάρχητη εξόρμηση, και πολύ πριν ετοιμαστούν ταχτικά στρατεύματα, να εξακοντίσει προς την Κωνσταντινούπολη μια λαϊκή σταυροφορία, που θα μείνει συνδεμένη με τό όνομα του Πέτρου του Ερημίτη (Pierre l'Ermite) καί του Ουαλτέρου του ακτήμονος (Gautier-sans-Avoir).

Ο Πέτρος ο Ερημίτης ήταν ένας ηλικιωμένος άνθρωπος που είχε γεννηθεί στην Αμιένη. Είχε επιχειρήσει να κάνει το προσκύνημα στην Ιερουσαλήμ λίγα χρόνια πρωτύτερα, αλλά είχε υποστεί κακομεταχείριση από τους Τούρκους και αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω. Ήταν κοντός μελαχρινός με μακρύ αγένειο πρόσωπο, που έμοιαζε τρομερά με τον γάιδαρο που πάντοτε καβαλούσε και που οι άνθρωποι σέβονταν σχεδόν τόσο όσο και αυτόν τον ίδιο. Πήγαινε ξυπόλυτος και τα ρούχα του ήσαν πάντα βρώμικα. Δεν έτρωγε ψωμί ούτε κρέας, αλλά ψάρια και έπινε κρασί. Παρά την ευτελή εμφάνισή του είχε τη δύναμη να παρασύρει ανθρώπους. Ξεκίνησε από τή Γαλλία καί όταν έφθασε στην Κολωνία η ακολουθία του υπολογίσθηκε σε 15000 άτομα, και πολλοί ενώθηκαν μαζί του στη Γερμανία.

Το 1096 η βυζαντινή Αυτοκρατορία απολάμβανε επί μερικούς μήνες ένα σπάνιο ενδιάμεσο αναπαύσεως. Ο αυτοκράτωρ είχε πρόσφατα νικήσει μια εισβολή Κουμάνων στα Βαλκάνια. Στη Μικρά Ασία, χάρη στους εμφυλίους πολέμους, που είχε ενθαρρύνει η βυζαντινή διπλωματία, η σελτζουκική αυτοκρατορία είχε αρχίσει νά αποσυντίθεται. Ο Αλέξιος ήλπιζε νά αναλάβει σύντομα επιθετική ενέργεια εναντίον της, αλλά ήθελε να διαλέξει αυτός τον κατάλληλο καιρό. Χρειαζόταν ακόμη ένα χρονικό διάστημα για να πάρει αναπνοή, κατά το οποίο θα μπορούσε νά αναδιοργανώσει τα καταπονημένα μέσα του. Η Αννα Κομνηνή στήν «Αλεξιάδα» περιγράφει τίς ανησυχίες του πατέρα της σχετικά μέ τήν επικείμενη άφιξη των Φράγκων πολεμιστών τούς οποίους τούς θεωρούσαν λιγότερο ως συμμάχους καί περισσότερο ως απειλή γιά τήν ασφάλεια της «Οικουμένης», όπως έλεγαν τότε τό βυζαντινό κράτος: «Ούτω δέ μικρόν εαυτόν αναπαύσας λογοποιουμένην ηκηκόει απείρων φραγκικών στρατευμάτων επέλευσιν. Εδεδίει μέν ούν τήν τούτην έφοδον γνωρίσας αυτών τό ακατάσχετον της ορμής. τό της γνώμης άστατον καί ευάγωγον καί τάλλα οπόσα η των Κελτών φύσις ως ιδία ή παρακολουθήματα τινα έχει διά παντός καί όπως επί χρή μασι κεχηνότες αεί διά τήν τυχούσαν αιτίαν τάς σφων συνθήκας ευκόλως ανατρέποντες φαίνονται...»

Ο αυτοκράτωρ Αλέξιος άρχισε με ηρεμία να κάνει τις προετοιμασίες του. Οι φραγκικές στρατιές θα έπρεπε να τραφούν όταν θα διέσχιζαν την αυτοκρατορία και έπρεπε να ληφθούν μέτρα να τους εμποδίσουν να λεηλατήσουν τη χώρα και να ληστέψουν τους κατοίκους. Συσσωρεύτηκαν αποθέματα από τρόφιμα σε κάθε μεγάλο κέντρο από το οποίο θα περνούσαν και είχε ορισθεί μια αστυνομική δύναμη που θα συναντούσε κάθε απόσπασμα όταν θα έμπαινε στα σύνορα της αυτοκρατορίας και θα το συνόδευε ως την Κωνσταντινούπολη. Υπήρχαν δύο μεγάλοι δρόμοι που διέσχιζαν τη Βαλκανική Χερσόνησο, ο βόρειος δρόμος που περνούσε τα σύνορα στο Βελιγράδι και κατευθυνόταν νοτιο-ανατολικά δια της Ναϊσού, της Σόφιας της Φιλιππουπόλεως και της Αδριανουπόλεως, μέχρι τήν πρωτεύουσα και η Εγνατία οδός, πού ξεκινούσε από το Δυρράχιο καί δια της Αχρίδος, της Εδέσσης, της Θεσσαλονίκης και κατόπιν της Μοσυνουπόλεως και της Σηλυβρίας τερμάτιζε στην Κωνσταντινούπολη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου